Διαλειμματική νηστεία και σακχαρώδης διαβήτης

Διαλειμματική νηστεία και σακχαρώδης διαβήτης

Οι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 και 2 αποτελούν περίπου το 10% του πληθυσμού των ΗΠΑ και 6,6% του παγκόσμιου πληθυσμού, με τον επιπολασμό αυτό να είναι συνεχώς αυξανόμενος. Αυτό οφείλεται σε έναν συνδυασμό παραγόντων, περιβαλλοντικών και γενετικών, τους οποίους δεν θα αναλύσουμε στο παρόν άρθρο.

Από την άλλη, ένα διατροφικό μοτίβο που μελετάται έντονα τα τελευταία χρόνια για την αποτελεσματικότητα, την ασφάλεια και τις θεραπευτικές του ικανότητες είναι η διαλειμματική νηστεία. Παρόλα αυτά, τα υπάρχοντα δεδομένα για την σχέση της διαλειμματικής νηστείας με τον σακχαρώδη διαβήτη είναι λιγοστά και βασίζονται κυρίως σε παρατηρήσεις ειδικών και case studies, ενώ δεν υπάρχουν ιατρικές οδηγίες για τη θεραπευτική χρήση της διαλειμματικής νηστείας στο διαβήτη. Αυτό που γνωρίζουμε ωστόσο είναι πως όταν ένα πρωτόκολλο διαλειμματικής νηστείας γίνεται υπό την επίβλεψη της θεραπευτικής ομάδας του ασθενούς (στην προκειμένη του διαιτολόγου και του γιατρού) και με τον απαραίτητο τακτικό αυτοέλεγχο των επιπέδων γλυκόζης, είναι ασφαλές και μπορεί να εφαρμόζεται.

Τι είναι όμως η διαλειμματική νηστεία;

Η διαλειμματική νηστεία περιλαμβάνει θερμιδικό περιορισμό για μία ή περισσότερες ημέρες της εβδομάδας ή ακόμη και κάθε μέρα, ως επέκταση της νυχτερινής νηστείας.

Σχετικά με τον σακχαρώδη διαβήτη, είναι γνωστό πως ένας από τους μεγαλύτερους παράγοντες κινδύνου είναι η παχυσαρκία, της οποίας η πρόληψη αλλά και η θεραπεία εμφανίζουν μεγάλες προκλήσεις. Επομένως, καθώς οι δύο νόσοι συνήθως συνυπάρχουν, ένας βασικός τρόπος ελέγχου και των δύο, είναι η απώλεια βάρους -και ιδιαίτερα σωματικού λίπους- μέσω θερμιδικού περιορισμού.

Οι δίαιτες για απώλεια βάρους περιλαμβάνουν μείωση της ημερήσιας ενεργειακής πρόσληψης κατά 25-30% ενώ τα πρωτόκολλα της διαλειμματικής νηστείας ποικίλουν ως προς τον σχεδιασμό τους. Τα αποτελέσματα πρόσφατων κλινικών δοκιμών έχουν δείξει πως τόσο οι υποθερμιδικές δίαιτες όσο και η διαλειμματική νηστεία, οδηγούν σε απώλεια σωματικού λίπους σε ασθενείς με παχυσαρκία ή και προϋπάρχοντα σακχαρώδη διαβήτη, καθώς και σε βελτίωση μεταβολικών παραγόντων. Τα οφέλη φαίνεται να προκύπτουν όχι μόνο από την απώλεια του λίπους αλλά και από την ενεργοποίηση μεταβολικών μονοπατιών που σχετίζονται με τη νηστεία.

Αυτό που συμβαίνει με τη νηστεία είναι το εξής: Μετά το πέρας τουλάχιστον 12 ωρών νηστείας (αποχής από την τροφή) οι ηπατικές αποθήκες γλυκογόνου εξαντλούνται και ξεκινά να αυξάνεται η λιπόλυση για την παραγωγή ελεύθερων λιπαρών οξέων και γλυκερόλης. Μέσα από περίπλοκα βιοχημικά μονοπάτια, τα ελεύθερα λιπαρά οξέα και η γλυκερόλη μετατρέπονται σε ενέργεια (β-οξείδωση).

Οφέλη διαλειμματικής νηστείας στον σακχαρώδη διαβήτη (τύπου 2)

  • Σε άτομα που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, παρατηρείται αυξημένη αντίσταση των ιστών στην ινσουλίνη. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως οι ιστοί του σώματος αδυνατούν να χρησιμοποιήσουν πλήρως την υπάρχουσα ινσουλίνη, πράγμα που οδηγεί σε ακόμα μεγαλύτερη υπεργλυκαιμία στο αίμα. Η αντίσταση στην ινσουλίνη έχει φανεί να βελτιώνεται με τον θερμιδικό περιορισμό και μετά από ένα διάστημα νηστείας, η ευαισθησία στην ινσουλίνη αυξάνεται και τα επίπεδα της ινσουλίνης μειώνονται. Αυτό οδηγεί σε χαμηλότερα επίπεδα γλυκόζης νηστείας και μεταγευματικής γλυκόζης. Επίσης, καθώς η ινσουλίνη είναι μια αναβολική ορμόνη (προκαλεί λιπογένεση), η καλύτερη αξιοποίησή της από τον οργανισμό προστατεύει από την περαιτέρω αύξηση του βάρους ή βοηθά ακόμη και στην μείωσή του.
  • Η ινσουλίνη έχει επίσης αθηρογόνο δράση και αυξάνει την πιθανότητα κατακράτησης υγρών και συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας. Επομένως μείωση της ινσουλίνης συμβάλλει στην αποφυγή σοβαρών καρδιακών συμβαμάτων και με βάση μια μελέτη (Furmli et.al) μια τέτοια μείωση της ινσουλίνης είναι επιτεύξιμη.
  • Μελέτες παρατήρησης έχουν δείξει πως υπάρχει μεταβολικό όφελος στην αποφυγή στεφανιαίας νόσου και σακχαρώδους διαβήτη ακόμη και με μια μέρα νηστείας τον μήνα, σε βάθος δεκαετιών. Επίσης, μια προοπτική κλινική μελέτη προτείνει όφελος στην γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη μέσω της εφαρμογής της διαλειμματικής νηστείας.

Κίνδυνοι και ανησυχίες σχετικά με την διαλειμματική νηστεία και τον διαβήτη

  • Ο πιο άμεσος κίνδυνος της διαλειμματικής νηστείας είναι ο κίνδυνος της υπογλυκαιμίας σε ασθενείς που λαμβάνουν αντιδιαβητική θεραπεία που μπορεί να προκαλεί υπογλυκαιμία. Κυρίως δηλαδή ασθενείς που λαμβάνουν ινσουλίνη ή σουλφονυλουρίες.
  • Σε εφαρμογή διαλειμματικής νηστείας για μεγάλο χρονικό διάστημα πρέπει να ελέγχεται εάν ο ασθενής φροντίζει να έχει επαρκή πρωτεϊνική πρόσληψη καθώς και πρόσληψη βιταμινών και ιχνοστοιχείων. Γι’ αυτό τον λόγο συστήνεται η παρακολούθηση του ασθενούς από κάποιον ειδικό (πχ εξειδικευμένο διαιτολόγο), έτσι ώστε να εξασφαλίζεται πως ακολουθεί ένα πλήρες διατροφικό πλάνο.

Συμπέρασμα

Υπάρχει η ανάγκη για μεγάλες μελέτες που θα αποσαφηνίσουν το θέμα «διαλειμματική νηστεία και σακχαρώδης διαβήτης» και θα δώσουν οριστικές απαντήσεις σε κάποια ερωτήματα. Ωστόσο με τον σωστό εξατομικευμένο σχεδιασμό και υπό την κατάλληλη παρακολούθηση, η διαλειμματική νηστεία όχι μόνο δεν είναι επιβλαβής αλλά επιφέρει και σημαντικά οφέλη σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Προσοχή! Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 είναι ένα αρκετά διαφορετικό νόσημα με πολύ διαφορετική αντιμετώπιση και τα παραπάνω αφορούν κυρίως τον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2.

 

Περισσότερα για την διαλειμματική νηστεία εδώ: https://nutrisecrets.gr/dialeimmatiki-nisteia-ti-einai/



Παρόμοια άρθρα